ζαρίφης

ζαρίφης
Επώνυμο εθνικών ευεργετών και αγωνιστών. 1. Αθανάσιος. Αγωνιστής του 1821, από τη Λιβαδειά. Δραστήριος Φιλικός, όταν άρχισε η προπαρασκευή του Αγώνα, εργάστηκε με εξαιρετικό ζήλο και μεγάλη δραστηριότητα. Στη Βοιωτία μύησε πολλούς στο έργο της Φιλικής Εταιρείας και συνεργάστηκε με τον Νάκο και άλλους προκρίτους της Λιβαδειάς, ώστε, όταν ξέσπασε η Επανάσταση, η περιοχή αυτή βρέθηκε τέλεια προετοιμασμένη. Διετέλεσε μέλος της επιτροπής, που διόρισε τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της ανατολικής Στερεάς. Κατά τη διάρκεια του Αγώνα προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες και σημαντικά ποσά, για τα οποία, μετά την απελευθέρωση, τιμήθηκε με το αργυρούν αριστείον. 2. Γεώργιος (Μέγα Ρεύμα, Βόσπορος 1807 – 1884). Εθνικός ευεργέτης. Μόλις ξέσπασε η Επανάσταση έφυγε μαζί με την οικογένειά του για την Οδησσό, όπου σπούδασε ως υπότροφος στο λύκειο Ρισελιέ. Το 1830 επέστρεψε στην Ελλάδα και, αφού αρχικά εργάστηκε ως γραμματέας στη διοίκηση της Καρύταινας, στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου έγινε υπάλληλος του οίκου του Ζαφειρόπουλου, την κόρη του οποίου παντρεύτηκε λίγο αργότερα. Κατόπιν, ως συνέταιρος του οίκου απέκτησε τεράστια περιουσία την οποία διέθεσε για εθνωφελείς σκοπούς. Προσέφερε μεγάλες χορηγίες για την ίδρυση και συντήρηση σχολείων, για την οικονομική εξασφάλιση των απόρων σπουδαστών και για την ανέγερση εθνικών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Περίφημα ήταν τα Ζαρίφεια διδασκαλεία της Φιλιππούπολης καθώς και τα σχολεία Προύσης και Θεραπείων, τα οποία λειτουργούσαν αποκλειστικά με δικά του έξοδα. 3. Λεωνίδας (1840 – 1923). Γιος του προηγούμενου. Δαπάνησε, όπως και ο πατέρας του, μεγάλα χρηματικά ποσά για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και διακρίθηκε για τη φιλανθρωπική του δραστηριότητα.
* * *
ο, θηλ. ζαρίφισσα
(για πρόσ.) κομψός, λεπτός, ευγενής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. zarif].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ζαρίφης, Νικόλαος — (Φιλιππούπολη, Ανατολική Ρωμυλία 1884 – 1959). Εκπαιδευτικός και δημοσιογράφος. Υπηρέτησε ως δάσκαλος στα ελληνικά σχολεία της ιδιαίτερης πατρίδας του έως το 1906. Αφοσιώθηκε έπειτα στη δημοσιογραφία ως διευθυντής της εφημερίδας Ειδήσεις του… …   Dictionary of Greek

  • Giorgos Viziinos — (Bidsi, 1849 Atenas, 1896) (en griego:Γεώργιος Βιζυηνός; en transcripción española fonética, Yorgos Bidsinós) (Poeta, narrador e intelectual griego, considerado uno de los principales representantes de la literatura griega moderna. Biografía… …   Wikipedia Español

  • ζαρίφικος — η, ο [ζαρίφης] 1. αυτός που φέρεται με κομψό τρόπο 2. (για πράγμα) κομψό, καλοδουλεμένο …   Dictionary of Greek

  • ζαριφλίκι — το [ζαρίφης] 1. κομψοτέχνημα 2. κομψότητα …   Dictionary of Greek

  • Βιζυηνός, Γεώργιος — (Βιζύη, Θράκη 1849 – Αθήνα 1896).Ποιητής, πεζογράφος και λόγιος. Τραγική φυσιογνωμία, γεννήθηκε σε μια πολύ φτωχή οικογένεια, που την χτύπησε ο θάνατος. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο χωριό του με πολλές διακοπές. Σε ηλικία 10 ετών άρχισε η… …   Dictionary of Greek

  • Ζαριφόπουλος — I Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών του 1821, από την Πάτρα. 1. Αναστάσιος. Καταγόταν από την Πάτρα και ήταν έμπορος στην Οδησσό. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και επέστρεψε στη γενέτειρά του με σκοπό να την προετοιμάσει για τον ξεσηκωμό. Όταν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”